Μνημείο Ηρώων Αντρέα Σουρουκλή

Στο κέντρο περίπου του χωριού, στον περίβολο του εξωκλησιού της Αγίας Μαρίνας, βρίσκεται η μαρμάρινη προτομή του Αντρέα Σουρουκλή.

Τα αποκαλυπτήρια του Μνημείου έγιναν στις 29 Ιουλίου 1962 από τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Αρχιεπίσκοπο Μακάριο τον Γ΄.

Τα σχέδια του Μνημείου εκπονήθηκαν από το Αρχιτεκτονικό Γραφείο του Σταύρου Οικονόμου, με ημερομηνία 31 Αυγούστου 1960. Η δαπάνη καλύφθηκε από τη Ζήνα Κάνθερ.

Ας μάθουμε, όμως, περισσότερα για τον ήρωα της Κοινότητας, Ανδρέα Σουρουκλή, μέσα από το κείμενο του Αργύρη Οικονόμου, Ανδρέας Σουρουκλής, Ο ήρωας των Τρούλλων  και  το κείμενο  της Παναγιώτας Σουρουκλή, Ο θάνατος του Ανδρέα Σουρουκλή.

Ανδρέας Σουρουκλής, Ο ήρωας των Τρούλλων

Γεννήθηκε στο χωριό Τρούλλοι της επαρχίας Λάρνακας στις 26 Οκτωβρίου, 1932. Όταν τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο, βοηθούσε τον πατέρα του στις γεωργικές του ασχολίες. Παντρεύεται με τη Γεωργία Χαραλάμπους και αποκτούν ένα κοριτσάκι, τη Χριστίνα.  Η δεύτερη τους κόρη γεννήθηκε μετά το θάνατο του πατέρα της.

Φαινομενικά ήταν ένα παλικάρι ήσυχο και ήρεμο, που μόνη φροντίδα του ήταν το σπιτικό και οι δουλειές του. Στην πραγματικότητα, όμως, ο Ανδρέας ήταν ένα ηφαίστειο.

Από τους πρώτους μυήθηκε στην ΕΟΚΑ και αναλάμβανε διάφορες αποστολές. Η ουσιαστική του δράση αρχίζει  το Φεβρουάριο του 1957, όταν του ζητείται να βοηθήσει ανταρτική ομάδα στην κατασκευή κρησφύγετου στην περιοχή του χωριού του. Πραγματικά, το κρησφύγετο ετοιμάστηκε στην τοποθεσία «Ξεροπηγή»  σε ιδιόκτητο χωράφι, του Ανδρέα. Σ’ αυτό έμειναν κατά καιρούς  αντάρτες της ΕΟΚΑ, μεταξύ των οποίων και ο τομεάρχης τους, ήρωας Μιχαλάκης Παρίδης,

Ο Ανδρέας αναλαμβάνει τροφοδότης των ανταρτικών ομάδων της περιοχής του και χρησιμοποιεί το αυτοκίνητό του για τους σκοπούς της Οργάνωσης.

Το Καλοκαίρι του 1958 έλαβε μέρος σε άλλες δυο τουλάχιστον, ενέδρες εναντίον των Άγγλων.

Όταν το Γενάρη του 1958 αναλαμβάνει τομεάρχης Λάρνακας ο Μιχαλάκης Παρίδης, οι δυο αντάρτες – Μιχαλάκης και Ανδρέας- με τη βοήθεια του Χρύσανθου Κυριάκου, κατασκευάζουν στο σπίτι του Ανδρέα κρησφύγετο, στο οποίο για τέσσερις μήνες στήνει το Αρχηγείο του, ο Παρίδης.

Μετά την αναχώρηση του Παρίδη για την Ορεινή της Λάρνακας, ανατίθεται στον Ανδρέα η διακίνηση και φύλαξη οπλισμού της Οργάνωσης.

Τη νύχτα που έπεσε ο Ανδρέας, το κρησφύγετο ήταν άδειο. Η γυναίκα του και ο αδελφός  του Μιχάλης, ύστερα από τη μάχη, το καμούφλαραν  ρίχνοντας στο στόμιό του σιτάρι ώστε κανένας να μην καταλάβει ότι υπήρχε εκεί είσοδος κρησφύγετου. Οι Άγγλοι, που για μέρες έκαναν έρευνες στο σπίτι,  δεν κατάφεραν να το εντοπίσουν.

Ύστερα από μερικούς μήνες δόθηκε διαταγή από την ΕΟΚΑ να καταστραφεί το κρησφύγετο στο σπίτι του Ανδρέα. Το έργο τούτο ανάλαβαν ο πατέρας και τ’ αδέλφια του.

Αυτός ήταν ο 26χρονος νέος των Τρούλλων που θυσιάστηκε για τη Λευτεριά της πατρίδας του, πριν ακριβώς 44 χρόνια, την 1η Αυγούστου 1958.

Ο θάνατος του Ανδρέα Σουρουκλή

Ήταν θυμάμαι 31 Ιουλίου του 1958. Η νύχτα είχε μια παράξενη ησυχία. Το φεγγάρι ήταν ολόγιομο, πράγμα που έκανε τη νύχτα μέρα. Η μάνα μου ήταν τρομερά ανήσυχη. Συνέχεια την άκουα να μουρμουρίζει, να παρακαλάει το Θεό για κάτι. Το κρεβάτι δεν τη χωρούσε. Πηγαινοερχόταν στην αυλή, σαν κάτι να πρόσμενε.

Αργά, θα  ’τανε πριν τα μεσάνυχτα, γύρισε στο σπίτι ο ένας από τους αδερφούς μου, ο Μιχάλης. Έδωσε στη μάνα μου μερικά ρούχα του και της είπε να τα κρύψει όσο καλύτερα μπορούσε. Έτσι και έγινε. Ξάπλωσε κι ο Μιχάλης. Μα η αγωνία  της μάνας μου δεν έλεγε να σιγάσει. Κάποιο κακό προαίσθημα τη βασάνιζε.

Σε λίγο, σ’ όλο εκείνο το μυστηριώδες σκηνικό προστίθενται πυροβολισμοί, εκρήξεις… Τα σκυλιά γαυγίζουν φοβισμένα. Κάποιο κακό προμηνύει τούτη η νύχτα για το χωριό μας.

Ξημερώνει! Πρωί- πρωί, πριν ακόμα προλάβουν οι άνθρωποι να βγάλουν τα ζώα τους για βοσκή, ακούονται οι τηλεβόες των Άγγλων, που επέβαλλαν κατ’ οίκον περιορισμό στο χωριό.

«Όποιος κινηθεί έξω από το σπίτι του θα πυροβολείται. Όλοι οι μεγάλοι, άντρες και γυναίκες, να συγκεντρωθούν στο σχολείο. Στο σπίτι να μείνει μόνο η οικοκυρά με τα μικρά παιδιά».

Κοιτάζουμε ο ένας τον άλλον μ’ ένα βλέμμα που’ λεε πολλά. Το σπίτι σε λίγο άδειασε. Ο πατέρας μου, η αδελφή μου η Θεοδοσία, ο Μάμας και ο Μιχάλης πήραν το δρόμο για το σχολείο,

Η μάνα μου και εγώ μείναμε σπίτι. Αυτές οι στιγμές που έζησα, ήταν τόσο δυνατές, που νομίζω πως τις ξαναζώ τώρα που τις αφηγούμαι το ίδιο έντονα, όπως και τότε.

Οι Άγγλοι στρατιώτες, με τις λόγχες των όπλων τους και με μεγάλες βελόνες, έκαμναν εξονυχιστικές έρευνες στο σπίτι του αδερφού μου. Η ίδια εικόνα, σε χαμηλότερη όμως ένταση, επικρατούσε και στο σπίτι μας.

Θυμούμαι πολύ έντονα εκείνες τις ώρες, δυο τραγικές φιγούρες που δε θα ξεχάσω ποτέ:  Μέσα στο σπίτι μας, η μάνα μου, κατάχλωμη, να παίζει την αδιάφορη μασώντας την πίσσα της – έτσι τη συμβούλευε ο Ανδρέας- και από την άλλη, στη διπλανή αυλή, τη γυναίκα του αδελφού που ήταν έγκυος 6-7 μηνών. Κι αυτή με την αγωνία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της δε λέει να μετακινηθεί από την πόρτα της αποθήκης.

Μια άλλη, αξέχαστη φιγούρα της μέρας εκείνης, το μικρό κοριτσάκι του αδελφού μου, η Χριστίνα, μόλις εννιά μηνών τότε. Ήταν το αθώο αγγελούδι που δεν έμελλε να γνωρίσει το πατρικό χάδι ούτε τη σιγουριά της προστασίας στη σκιά του πατέρα.

Ανέμελα παρακολουθούσε τους Άγγλους   γύρω της. Μερικοί απ’ αυτούς μάλιστα, της μιλούσαν αγγλικά, της άναβαν τον αναπτήρα για να σβήσει τη φωτιά. Ποιος ξέρει… Ίσως και αυτοί κάπου να ‘χαν παιδιά δικά τους… Η μέρα προχωρεί.

1η Αυγούστου, 1958. Η ζέστη ανεβαίνει, τα πρόβατα στην αυλή μας βελάζουν διψασμένα μα και φοβισμένα από το βόμβο των ελικοπτέρων που γύριζαν πάνω από τα σπίτια μας και κανένα μαντάτο μέχρι της στιγμής.

Όταν, προς το απόγευμα, έρχεται κατάχλωμος ο πατέρας μου, να ζητήσει από τη νύφη μου ρούχα, για τον Ανδρέα μας, που τάχα ήταν πληγωμένος στο νοσοκομείο. Όλοι αντιληφθήκαμε το μήνυμα. Ο Ανδρέας μας ήταν νεκρός. Έπεσε πολεμώντας για την πατρίδα του που τόσο αγαπούσε. Σε λίγο τον αντικρίσαμε στην πλατεία του χωριού, μέσα στο φέρετρό του.

Μετρημένοι, ήμασταν αυτοί που μας επέτρεψαν οι Άγγλοι να τον συνοδεύσουμε στο κοιμητήριο. Από μακριά, από το μπαλκόνι της,  αποχαιρέτησε η  μεγάλη μας αδελφή, η Πηνελόπη, τον Ανδρέα μας.

Ένα μήνα, περίπου, αργότερα στις 27 Αυγούστου έπεφτε πολεμώντας τους Άγγλους στρατιώτες και ο μεγάλος μου φίλος, που φιλοξενούσε στο κρησφύγετό του ο αδελφός μου.

Πάντα θα τους θυμάμαι με αγάπη και θαυμασμό.

Το κείμενο έγραψε η Παναγιώτα Σουρουκλή- Οικονόμου

αδελφή του ήρωα Ανδρέα Δ. Σουρουκλή,

που ήταν 9 χρονών όταν πέθανε ο αδελφός της.

Επιπρόσθετα, αξίζει να διαβάσετε:

[g-gallery gid=”744″ random=”0″ watermark=”0″]